«Κανένας δεν θα σε πάρει για τη Μιν με τα παντελόνια, όταν η Ληάνε σε μετατρέψει σε τέλεια Ελμιντρέντα».
«Αχ, ΟΧΙ!»
«Όσο για το λόγο που μένεις στον Πύργο ― ένα λόγο κατάλληλο για μια άστατη νεαρή, που δεν δείχνει και δεν φέρεται καθόλου σαν τη Μιν», Η Άμερλιν συνοφρυώθηκε σκεφτική, αγνοώντας τις απόπειρες της Μιν να τη διακόψει. «Ναι. Θα αφήσω να διαδοθεί ότι η Κυρά Ελμιντρέντα κατόρθωσε να δώσει ελπίδες σε δύο μνηστήρες της σε τέτοιο βαθμό, που χρειάστηκε να καταφύγει μακριά τους, στο Λευκό Πύργο, μέχρι να αποφασίσει. Υπάρχουν κάποιες γυναίκες που ζητούν καταφύγιο κάθε χρόνο και μερικές φορές για λόγους εξίσου ανόητους». Η έκφραση της σκλήρυνε και το βλέμμα της έγινε κοφτερό. «Αν σκέφτεσαι ακόμα το Δάκρυ, ξανασκέψου το, Συλλογίσου πού θα βοηθήσεις περισσότερο τον Ραντ, εκεί ή εδώ. Αν το Μαύρο Άτζα γκρεμίσει τον Πύργο ή, κάτι χειρότερο, αποκτήσει τον έλεγχό του, τότε ο Ραντ θα χάσει ακόμα και τη λίγη βοήθεια που μπορώ να του προσφέρω. Επομένως, είσαι γυναίκα ή μήπως ερωτοχτυπημένη κοπελίτσα;»
Είχε παγιδευτεί. Η Μιν το έβλεπε πεντακάθαρα, σαν να ήταν αλυσοδεμένη από το πόδι. «Πάντα περνάει το δικό σου με τους άλλους, Μητέρα;»
Το χαμόγελο της Άμερλιν ήταν ακόμα πιο παγερό αυτή τη φορά. «Συνήθως, τέκνο μου. Συνήθως».
Η Ελάιντα, τραβώντας το επώμιό της με τα κόκκινα κρόσσια, κοίταξε σκεφτικά την πόρτα του μελετητηρίου της Άμερλιν, μέσα στο οποίο είχαν χαθεί οι δύο νεαρές γυναίκες. Η μαθητευόμενη βγήκε σχεδόν αμέσως, έριξε μια ματιά στο πρόσωπο της Ελάιντα και βέλαξε σαν φοβισμένο πρόβατο. Της Ελάιντα της φάνηκε γνωστή, αν και δεν μπορούσε να ξαναφέρει στη θύμησή της το όνομά της. Είχε ν' ασχοληθεί με πιο σημαντικά πράγματα από το να διδάσκει αυτά τα ελεεινά παιδιά.
«Το όνομά σου;»
«Σάρα, Ελάιντα Σεντάι». Η κοπέλα αποκρίθηκε με ένα ξέπνοο κρώξιμο. Η Ελάιντα μπορεί να μη νοιαζόταν για τις μαθητευόμενες, αλλά οι μαθητευόμενες την ήξεραν, κι αυτήν και τη φήμη της.
Τότε τη θυμήθηκε. Μια κοπέλα που ονειροπολούσε, μετρίων ικανοτήτων, που δεν θα αποκτούσε ποτέ αληθινή δύναμη. Ήταν αμφίβολο αν ήξερε περισσότερα απ' όσα είχε ήδη ακούσει και δει πάνω της η Ελάιντα ― κι ήταν αμφίβολο επίσης αν θυμόταν κάτι παραπάνω από το χαμόγελο του Γκάγουιν. Μια ανόητη. Η Ελάιντα τίναξε το χέρι της, διώχνοντάς την.
Η κοπέλα έκλινε το γόνυ τόσο βαθιά, που το πρόσωπό της παραλίγο να αγγίξει τα πλακάκια του δαπέδου κι έπειτα έφυγε τρέχοντας.
Η Ελάιντα δεν την είδε να φεύγει. Η Κόκκινη αδελφή είχε στραφεί αλλού, έχοντας ήδη ξεχάσει τη μαθητευόμενη. Καθώς προχωρούσε αγέρωχα στο διάδρομο, ούτε μια ρυτίδα δεν τάραζε τα απαλά χαρακτηριστικά της, όμως οι σκέψεις της κόχλαζαν. Δεν πρόσεχε καν τις υπηρέτριες, τις μαθητευόμενες και τις Αποδεχθείσες που έσπευδαν να της ανοίξουν δρόμο, κλίνοντας το γόνυ καθώς περνούσε. Κάποια στιγμή παραλίγο να πέσει πάνω σε μια Καφέ αδελφή, που είχε χωμένη τη μύτη της σε μια στοίβα σημειώσεις. Η παχουλή αδελφή πήδηξε πίσω με ένα ξαφνιασμένο κακάρισμα, το οποίο η Ελάιντα δεν άκουσε.
Παρά το φόρεμά της, ήξερε τη νεαρή γυναίκα που είχε μπει για να δει την Άμερλιν. Ήταν η Μιν, που είχε περάσει τόσες ώρες παρέα με την Άμερλιν στην πρώτη της επίσκεψη στον Πύργο, αν και δίχως να ξέρει κανείς το λόγο. Η Μιν, που ήταν πολύ στενή φίλη της Ηλαίην, της Εγκουέν και της Νυνάβε. Η Άμερλιν έκρυβε το μέρος όπου βρισκόταν εκείνες οι τρεις. Η Ελάιντα ήταν σίγουρη γι' αυτό. Όλες οι αναφορές ότι εξέτιναν την τιμωρία τους σε κάποιο αγρόκτημα είχαν προέρθει από τρίτο ή τέταρτο χέρι, ξεκινώντας από τη Σιουάν Σάντσε, κάτι που πρόσφερε αρκετή απόσταση για να κρυφτούν οι διαφορές στη διατύπωση και να αποφευχθεί ένα ξεκάθαρο ψέμα. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά είχαν αποβεί άκαρπες οι έντονες προσπάθειες που είχε καταβάλει η Ελάιντα για να βρει αυτό το αγρόκτημα.
«Το Φως να την κάψει!» Για μια στιγμή, ο απροκάλυπτος θυμός φάνηκε στο πρόσωπό της. Δεν ήξερε να πει αν εννοούσε τη Σιουάν Σάντσε ή την Κόρη-Διάδοχο. Το ίδιο ήταν. Μια λεπτή Αποδεχθείσα την άκουσε, την κοίταξε καταπρόσωπο και έγινε άσπρη σαν το φόρεμά της· η Ελάιντα όρμησε μπροστά, χωρίς να την έχει αντιληφθεί.
Εκτός όλων των άλλων, την εξόργιζε που δεν μπορούσε να βρει την Ηλαίην. Η Ελάιντα είχε μερικές φορές την ικανότητα της Πρόβλεψης, την ικανότητα να προλέγει μελλοντικά συμβάντα. Παρ' όλο που της εμφανιζόταν αμυδρά και σπανίως, έστω κι αυτό ήταν παραπάνω από των άλλων Άες Σεντάι μετά τον καιρό της Γκιτάρα Μορόζο, που είχε πεθάνει εδώ και είκοσι χρόνια. Το πρώτο πράγμα που είχε Προβλέψει ποτέ η Ελάιντα, όντας ακόμα Αποδεχθείσα —ακόμα και τότε είχε αρκετό μυαλό για να το κρατήσει κρυφό― ήταν ότι η βασιλική γενιά του Αντορ θα ήταν το κλειδί για να νικηθεί ο Σκοτεινός στην Τελευταία Μάχη. Είχε σχετιστεί με τη Μοργκέις μόλις έγινε φανερό ότι αυτή θα ανέβαινε στο θρόνο, είχε αναπτύξει την επιρροή της υπομονετικά χρόνο με το χρόνο. Και τώρα όλοι της οι κόποι, όλες της οι θυσίες —ίσως να είχε γίνει Αμερλιν, αν δεν είχε αφιερώσει όλη την ενέργειά της στο Αντορ― μπορεί να απέβαιναν άκαρπες, επειδή η Ηλαίην είχε εξαφανιστεί.