Με κόπο, έστρεψε ξανά τις σκέψεις της σε αυτό που ήταν τώρα σημαντικό. Η Εγκουέν και η Νυνάβε προέρχονταν από το ίδιο χωριό με εκείνον τον παράξενο νεαρό, τον Ραντ αλ'Θόρ. Και η Μιν τον γνώριζε επίσης, αν και είχε προσπαθήσει να το κρύψει. Στην καρδιά αυτού του θέματος υπήρχε ο Ραντ αλ'Θόρ.
Η Ελάιντα τον είχε δει μόνο μια φορά· υποτίθεται ότι ήταν ένας βοσκός από τους Δύο Ποταμούς, στο Αντορ, αλλά ήταν φτυστός Αελίτης. Η Πρόβλεψη της είχε έρθει βλέποντάς τον. Ήταν τα'βίρεν, ένα από τα σπάνια εκείνα άτομα που, αντί να υφαίνονται στο Σχήμα όπως επέλεγε ο Τροχός του Χρόνου, ανάγκαζαν το Σχήμα να πάρει μορφή γύρω τους, τουλάχιστον για λίγο καιρό. Και η Ελάιντα είχε δει το χάος να στροβιλίζεται γύρω του, είχε δει διχασμούς και συγκρούσεις για το Άντορ, ίσως και για το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Όμως το Άντορ έπρεπε να μείνει άθικτο, ό,τι και να συνέβαινε αλλού· την είχε πείσει γι' αυτό εκείνη η πρώτη Πρόβλεψη.
Υπήρχαν κι άλλα νήματα, αρκετά για να τυλίξουν τη Σιουάν στον ίδιο τον ιστό της. Αν πίστευε τις φήμες, υπήρχαν τρεις τα'βίρεν, όχι μόνο ένας. Και οι τρεις από το ίδιο χωριό, από το Πεδίο του Έμοντ, και οι τρεις κοντινής ηλικίας, κάτι που ήταν πολύ παράξενο και είχε προκαλέσει συζητήσεις στον Πύργο. Και στο ταξίδι της Σιουάν στο Σίναρ, σχεδόν πριν από ένα χρόνο, τους είχε δει και μάλιστα είχε μιλήσει μαζί τους: τον Ραντ αλ'Θόρ, τον Πέριν Αϋμπάρα, τον Μάτριμ Κώθον. Έλεγαν πως ήταν απλώς σύμπτωση. Απλώς αγαθή τύχη. Έτσι έλεγαν. Εκείνες που το έλεγαν δεν ήξεραν αυτό που ήξερε η Ελάιντα.
Όταν η Ελάιντα είδε το νεαρό αλ'Θόρ, ήταν η Μουαραίν αυτή που τον είχε γλιτώσει. Η Μουαραίν, που τον είχε συνοδεύσει, όπως και τους άλλους δύο τα'βίρεν, στο Σίναρ. Η Μουαραίν Ντέημοντρεντ, που ήταν η στενότερη φίλη της Σιουάν Σάντσε, όταν ήταν μαζί μαθητευόμενες. Αν η Ελάιντα ασχολούνταν με τυχερά παιχνίδια, θα στοιχημάτιζε ότι καμία άλλη στον Πύργο δεν θυμόταν αυτή τη φιλία. Την ημέρα που είχαν ανακηρυχθεί Άες Σεντάι, στο τέλος του Πολέμου των Αελιτών, η Σιουάν και η Μουαραίν είχαν απομακρυνθεί η μια από την άλλη και από κει κι έκτοτε φέρονταν σαν να ήταν ξένες. Η Ελάιντα όμως ήταν μια από τις Αποδεχθείσες που επέβλεπαν αυτές τις δύο μαθητευόμενες, τις δίδασκε τα μαθήματά τους και τις μάλωνε όταν αμελούσαν τις αγγαρείες τους ― και το θυμόταν. Δυσκολευόταν να πιστέψει ότι η πλεκτάνη τους εκτεινόταν τόσο μακριά στο παρελθόν —ο αλ'Θόρ δεν μπορεί να είχε γεννηθεί πολύ νωρίτερα― όμως ήταν ο τελευταίος κρίκος που τα συνέδεε όλα. Για την Ελάιντα, αυτό αρκούσε.
Ό,τι και να σκάρωνε η Σιουάν, έπρεπε να τη σταματήσει. Οι αναταραχές και το χάος πολλαπλασιάζονταν όπου κι αν κοίταζε κανείς. Ο Σκοτεινός σίγουρα θα απελευθερωνόταν —και μόνο η σκέψη έκανε την Ελάιντα να ανατριχιάσει και να κουκουλωθεί με το επώμιό της― και ο Πύργος έπρεπε να είναι αποστασιοποιημένος από τις εγκόσμιες συγκρούσεις για να τον αντιμετωπίσει. Ο Πύργος έπρεπε να είναι ελεύθερος για να κινήσει τα νήματα και να κάνει τα έθνη να σταθούν ενωμένα, μακριά από τους μπελάδες πού θα έφερνε ο Ραντ αλ'Θόρ. Με κάποιον τρόπο, έπρεπε να τον εμποδίσουν να καταστρέψει το Άντορ.
Δεν είχε πει πουθενά αυτά που γνώριζε για τον αλ'Θόρ. Σκόπευε να τον κανονίσει ήσυχα, αν ήταν δυνατόν κάτι τέτοιο. Στην Αίθουσα του Πύργου ήδη έκαναν συζητήσεις για να παρακολουθήσουν, ακόμα και να καθοδηγήσουν, αυτούς τους τα'βίρεν· δεν θα συμφωνούσαν ποτέ να τους ξεφορτωθούν, ειδικά τον έναν που έπρεπε να βγει από τη μέση. Για το καλό του Πύργου. Για το καλό του κόσμου.
Έβγαλε έναν ήχο από το λαρύγγι της, σχεδόν γρύλισμα. Η Σιουάν ανέκαθεν ήταν ξεροκέφαλη, ακόμα και ως μαθητευόμενη· ανέκαθεν παραείχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της, αυτή η κόρη ενός φτωχού ψαρά, αλλά πώς μπορούσε να είναι τόσο ανόητη ώστε να αναμίξει τον Πύργο σε αυτό χωρίς να το πει στην Αίθουσα; Ήξερε, όπως όλες, τι θα συνέβαινε. Χειρότερα δεν γινόταν, παρά μόνο...
Ξαφνικά η Ελάιντα σταμάτησε, ατενίζοντας το κενό. Μήπως αυτός ο αλ'Θόρ μπορούσε να διαβιβάζει; Ή κάποιος από τους άλλους; Ο αλ'Θόρ ήταν πιο πιθανό να μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Όχι. Σίγουρα όχι. Ούτε ακόμα και η Σιουάν δεν θα πλησίαζε έναν τέτοιο. Δεν θα μπορούσε. «Ποιος ξέρει τι θα μπορούσε να κάνει αυτή η γυναίκα;» μουρμούρισε. «Ποτέ δεν ήταν η κατάλληλη για να γίνει η Έδρα της Άμερλιν».